ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ
ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
Α.
Γιατί η ηθική
αρετή σχετίζεται με την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια: η ευχαρίστηση μας
εξωθεί να κάνουμε ευτελή πράγματα, η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα
όμορφα πράγματα. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη, όπως λέει ο Πλάτωνας, να έχει πάρει
κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να
δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει ∙ αυτή είναι η σωστή παιδεία. Δεν πρέπει όμως να το πούμε μόνο έτσι, ότι η
αρετή είναι «έξη» ∙ πρέπει να πούμε και τι λογής «έξη» είναι. Ας πούμε λοιπόν
πως η κάθε αρετή, όποιου πράγματος είναι αρετή, και το ίδιο το πράγμα το κάνει
να φτάσει στην πιο τέλεια κατάστασή του και επιπλέον το βοηθάει να εκτελέσει με
το σωστό τρόπο το έργο του ∙ π.χ. η αρετή του ματιού και το ίδιο το μάτι το
κάνει τέλειο, αλλά επίσης και το έργο του, αφού η αρετή του ματιού είναι που
κάνει να βλέπουμε καλά. Όμοια η αρετή του αλόγου και το άλογο κάνει τέλειο και
ικανό να τρέξει, να κρατήσει τον αναβάτη και να σταθεί αντιμέτωπο με τον εχθρό.
Αν λοιπόν έτσι έχει το πράγμα σε κάθε περίπτωση, τότε και του ανθρώπου η αρετή
θα είναι η «έξη» από την οποία (ξεκινά και το ότι) ο άνθρωπος γίνεται καλός και το ότι θα μπορέσει να εκτελέσει καλά το
έργο που του ανήκει.
Β1
Η αρετή είναι
έξις και δημιουργείται
με την επανάληψη
μιας πράξης. Η ποιότητα
της πράξης καθορίζει
και την ποιότητα
της έξης. Την πράξη
ακολουθεί πάντα ένα
συναίσθημα ευχάριστο ή
δυσάρεστο, ανάλογα με την
ποιότητά της. Αυτό είναι
κριτήριο για τη
διαμόρφωση έξης αντίστοιχης
με την ποιότητα
της πράξης .
Κατά τον
Αριστοτέλη, η ηδονή είναι
η χαρά και
η ευχαρίστηση που
προκαλούν οι πράξεις
της αρετής. Υπάρχει, βέβαια,
και η
ηδονή που συνοδεύει
τις ευτελείς πράξεις
μας και η οποία μας
παρασύρει σε αυτές. Αυτές
τις ηδονές ο φιλόσοφος
τις αποκαλεί σωματικές
ηδονές.
Λύπη είναι
η στενοχώρια ή
η δυσαρέσκεια που
συνοδεύει τις ευτελείς
μας πράξεις οι
οποίες αντίκεινται στην
αρετή.
Εκείνο που
αποδεικνύει ότι ο
άνθρωπος έχει διαμορφώσει
τις έξεις του, τα
μόνιμα στοιχεία του
χαρακτήρα του, είναι η
ευχαρίστηση ή η
δυσαρέσκεια που συνοδεύει
τις πράξεις του. Εκείνος
που μένει μακριά
από τις σωματικές
ηδονές είναι άνθρωπος
σώφρων. Όποιος δυσαρεστείται με
την αποχή από
τις σωματικές ηδονές
είναι ακόλαστος. Όποιος, πάλι,
στέκεται να αντιμετωπίσει
όλα τα επικίνδυνα
πράγματα κι αυτό
του προκαλεί ευχαρίστηση
είναι ανδρείος. Αν η
αντιμετώπιση των κινδύνων
τον δυσαρεστεί, είναι δειλός .
Η
ηδονή σε όλες τις
περιπτώσεις είναι παρακολουθητική. Δεν αποτελεί
την ουσία της
πράξης αλλά κάτι
το παρεπόμενο . (+ σχολικό σ. σ.
164 – 165)
Β2
Ο
Αριστοτέλης προκειμένου να
ορίσει μια έννοια
θεωρεί αναγκαίο: α) να οριστεί
το προσεχές γένος
της, δηλαδή να υπαχθεί
η οριστέα έννοια
στο πλησιέστερο σύνολο
στο οποίο περιέχεται, β) να καθοριστεί
η ειδοποιός της
διαφορά, το ιδιαίτερο δηλαδή
γνώρισμα που κάνει
μια έννοια να
διακρίνεται από άλλες
ομογενείς της.
Η
αρετή, όπως είδαμε, κατά τον
Αριστοτέλη, συνδέεται με τα «ἐν τÍ ψυχÍ γινόμενα, πάθη, δυνάμεις ἕξεις». Πάθη είναι
η επιθυμία, η οργή, ο
φόβος, το θάρρος, ο φθόνος, η
χαρά, η φιλία, το μίσος, ο
πόθος, η ζήλεια, η ευσπλαχνία, και γενικά «οἷς
ἕπεται ἡδονή ἤ λύπη». Δυνάμεις είναι
η ικανότητα να
αισθανόμαστε τα πάθη
και έξις είναι
ή έκφραση των
παθών. Τα πάθη δεν
είναι ούτε αρετές
ούτε κακίες διότι:
α) ούτε μας
επαινούν ούτε μας
κατηγορούν για τα
πάθη, γιατί οι άνθρωποι
δεν κατηγορούν έναν άνθρωπο που
οργίζεται, γενικά, αλλά για το
πώς οργίζεται.
β) οργιζόμαστε ή φοβόμαστε χωρίς
τη θέλησή μας, ενώ
οι αρετές προϋποθέτουν
θέληση και εκλογή
ύστερα από ώριμη
σκέψη .
γ) όταν
μιλούμε για τα
πάθη χρησιμοποιούμε τη
λέξη «κινεῖσθαι»
που δείχνει ότι
τα πάθη είναι
άλογες παρορμήσεις της
ψυχής, ενώ για τις
αρετές χρησιμοποιούμε τη
λέξη «διακεῖσθαί πως»
που δείχνει ότι
βρισκόμαστε σε μια
κατάσταση διαμορφωμένη. Αλλά ούτε
οι δυνάμεις είναι
αρετές γιατί με
το να έχουμε
την ικανότητα να
αισθανόμαστε τα πάθη
δεν θεωρούμαστε αγαθοί
ή κακοί. Και αυτό
συμβαίνει γιατί τα
πάθη τα έχουμε
εκ φύσεως, αλλά δεν
γινόμαστε αγαθοί ή
κακοί εκ φύσεως. Επειδή η
αρετή δεν είναι
ούτε πάθος ούτε
δύναμη θα πρέπει
να είναι έξη. Επομένως
το προσεχές γένος
της αρετής είναι
η «ἕξις».
Απομένει να εντοπιστεί
η ειδοποιός διαφορά. Αυτό
θα επιχειρηθεί στο
επόμενο κεφάλαιο.
Επειδή η
έξη συνδέεται με
την αρετή ο
φιλόσοφος προσπαθεί να
εντοπίσει το περιεχόμενο της
αρετής. Δύο είναι, κατά τη
γνώμη του , τα βασικά
στοιχεία της αρετής: η
δυνατότητα να ολοκλήρωση
τον εαυτό της (εὖ ἔχον ἀποτελεῖ) και
αφού τον ολοκληρώσει
να επιτελέσει το
έργο της (τό ἔργον αὐτοῦ εὖ ἀποδίδωσιν).
Η απόδειξη αυτής
της άποψης βασίζεται
στην επαγωγή. Ο Αριστοτέλης
παραθέτει δυο παραδείγματα. Το πρώτο
είναι το παράδειγμα
του οφθαλμού. Η αρετή
του οφθαλμού κάνει
το μάτι τέλειο
και αφού το
κάνει τέλειο του
επιτρέπει να ολοκληρώσει
το έργο της
όρασης . Το δεύτερο είναι
το παράδειγμα του
αλόγου. Η αρετή του
αλόγου κάνει το
ίδιο το άλογο
τέλειο και ικανό
να κρατήσει τον
αναβάτη στη ράχη του
σε κάθε δύσκολη
στιγμή. Στη συλλογιστική του
Αριστοτέλη είναι φανερή
η έννοια του
τέλους. Από τις θεμελιώδεις
ιδέες του Αριστοτέλη
είναι η αρχή
της κινήσεως («εντελέχεια»),
η αρχή
σύμφωνα με την
οποία κάθε δημιούργημα
της φύσης ακολουθεί
μια πορεία προκαθορισμένη που το οδηγεί
στην τελείωσή του, στο
«τέλος» του. Και καθώς «ἡ φύσις
οὐδέν μάτην
ποιεῖ»,
δηλαδή τίποτε η
φύση δεν κάνει
άσκοπα, κάθε δημιούργημα της
φύσης έχει να
επιτελέσει ένα συγκεκριμένο
«ἔργον», ένα προορισμό. Όπως κάθε
ον έχει το
«τέλος» του, έτσι και
η ψυχή του
ανθρώπου έχει το «τέλος» της,
το σκοπό της. Αυτό το
«τέλος» είναι το
αγαθόν, η αρετή. (+ σχολικό σ.σ.
166-167)
Β3. Σελίδα 141 του σχολικού 1η
παράγραφος
Β4.
ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
|
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
|
σχεδόν
|
›xewn
|
αχάριστος
|
ca…rwn
|
ασήμαντος
|
Shme‹on
|
ενδεής
|
dein¦
|
πρόφαση
|
fhs…n
|
διαμονή
|
Øpomšnwn
|
άρτιος
|
¢ret»
|
τελεσίδικος
|
¢ποτελε‹
|
δημαγωγός
|
Ãcqa…
|
καταδρομικό
|
drame‹n
|
Γ1
Στρατιώτες Αθηναίοι και σύμμαχοι, στον αγώνα,
ο οποίος θα λάβει χώρα σε λίγο, όλοι ανεξαιρέτως έχουμε το ίδιο συμφέρον.
Καθένας από εμάς, όπως άλλωστε και από τους εχθρούς μας, πρόκειται ν' αγωνισθεί
για χάρη/υπεράσπιση της προσωπικής του σωτηρίας και συγχρόνως για χάρη/
υπεράσπιση της πατρίδας, καθόσον, εάν νικήσουμε στην επικειμένη ναυμαχία, θα
μπορέσουμε να ξαναδούμε ο καθένας τη δική του πόλη/πατρίδα. Οφείλουμε όμως να
μη χάνουμε το θάρρος μας, ούτε να παθαίνουμε ό,τι παθαίνουν οι πρωτόπειροι, οι
οποίοι, όταν νικηθούν στον αρχικό αγώνα, βρίσκονται στο εξής σε μια κατάσταση διαρκούς
προσδοκίας όμοιας ατυχίας. Αλλά όσοι από σας είστε Αθηναίοι, και εξαιτίας αυτού
(/ της καταγωγής σας) έχετε μεγάλη πείρα στους πολέμους, όσοι από σας είστε
σύμμαχοι και εξαιτίας αυτού (/της συμμαχίας με τους Αθηναίους) διαρκείς
σύντροφοι των αγώνων μας, οφείλετε να θυμηθείτε πόσο εντελώς απροσδόκητα
πράγματα μπορούν να συμβούν στους πολέμους
Γ2
1. ¢γîνας
2. ναà
3. αŒσπερ
4. πρωτέροις
/ πρωτυτέροις
5. σφαλεῖσι
6. κράτει
7. ἐφορ©ν
8. πείσεται
9. σχοίην
10. ἐμνήσθησαν
Γ2
1.
επιθετικός προσδιορισμός στο «στρατιîται»
2.
δοτική προσωπική στο απρόσωπο ρήμα «ἔστι»
3.
υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα «χρή»
4.
γενική διαιρετική στο «ἀπειρότατοι»
5.
δοτική αντικειμενική στο «ὁμοίαν»
6.
αντικείμενο στο «μνήσθητε»
Γ3 Νικίας εἶπεν,
α) ὃτι, εἰ κρατήσαιεν/ -ειαν ταῖς
ναυσί, ε‡η τῳ την …
β) εἰ κρατήσαιεν/ -ειαν ταῖς
ναυσί, εἶναι τῳ την …